Λαβράκια με spinning: Μύθοι και Αλήθειες (Μέρος 2)
Στην περίπτωση που ψάχνουμε μια ανοικτή παραλία, το συνεχές περπάτημα κατά μήκος της είναι μονόδρομος.
Περπατάμε με τα waders μες το νερό, συνήθως κάνοντας συνεχόμενες βολές μπροστά, διαγώνια, αλλά και πίσω μας αν τα νερά είναι ρηχά και έχουμε προχωρήσει αρκετά μέτρα μες τη θάλασσα.
Αν δούμε κοπάδια από μικρόψαρα που κινούνται γρήγορα, ρίχνουμε κοντά στο κινούμενο κοπάδι, ενώ αν πέσουν στην αντίληψή μας ράχες από λαβράκια ή απόνερα, σημαδεύουμε δίπλα τους, αν όχι πάνω τους, για να τα εκνευρίσουμε και να τους κεντρίσουμε ένστικτα κυριαρχίας ή και πείνας!
Επίσης, οι εκβολές ποταμών ή χειμάρρων , οι μικρές μύτες και τα ακρωτήρια όπου αλλάζει ο προσανατολισμός του τόπου (π.χ. από ανατολικός σε βόρειο), είναι σημεία όπου οφείλουμε να επιμείνουμε, επομένως τα εξερευνούμε πιο σχολαστικά.

Αν ψαρεύουμε μόνοι μας, σε ζευγάρι ή σε μικρές ομάδες, είναι ακόμη ένα στοιχείο διαφοροποίησης της τακτικής.
Το ψάρεμα του λαβρακιού (σε αντίθεση με των γοφαριών), θέλει αποστάσεις μεταξύ των ψαράδων αλλά και των χρονικών περασμάτων από τα ίδια σημεία.
Ας υποθέσουμε ότι βαδίζουν δύο spinners ο ένας πίσω από τον άλλον, σε κοντινές αποστάσεις και κάνουν βολές διαδοχικές.
Πιθανότατα αν υπάρχουν λαβράκια στην περιοχή θα συλληφθούν από αυτόν που κινείται μπροστά και όχι από τον δεύτερο για διάφορους λόγους.
Καλό είναι λοιπόν, να ψαρεύουμε σε διαφορετικές κατευθύνσεις (π.χ ένας αριστερά, ο άλλος δεξιά).
Αλλιώς θα πρέπει να έχουμε αρκετά μεγάλα χρονικά διαστήματα στα περάσματα από τα ίδια σημεία, ώστε αν κάποια ψάρια έχουν τρομάξει ή υποψιαστεί από τις βολές του πρώτου, να έχουν ηρεμήσει και επανέλθει, ίσως, στον τόπο τους.

Ψιλά παράμαλλα και διακριτικότητα
Φυσικά και έχουν νόημα τα ψιλά νήματα και οι λεπτές διάμετροι παράμαλλων αν κάνουμε ημερήσια ψαρέματα σε εντελώς διαυγή νερά.
Όμως η εμπειρία έχει δείξει ότι καλό είναι να μην πέφτουμε σε διάμετρο παράμαλλου κάτω από το 0.28mm αφού ποτέ δεν ξέρουμε τι θα φανεί μπροστά μας.
Εξάλλου οι περισσότεροι από εμάς ψαρεύουμε τα λαβράκια σε θολά νερά, λασποφυκιάδες, και ώρες της ημέρας όπου το φως του ήλιου πέφτει υπό γωνία στη θάλασσα (πρωί-απόγευμα) ή απλά δεν υπάρχει (νύχτα).
Αν στην εξίσωση προσθέσουμε φυσικά ή τεχνητά εμπόδια (π.χ. σχοινιά σε ένα αλιευτικό καταφύγιο), θα καταλάβουμε ότι ο τόπος που ψαρεύουμε θα μας βάλει περιορισμούς στα ρίσκα που μπορούμε να αναλάβουμε.
Επίσης, όποιος έχει αναμετρηθεί με μεγάλα ψάρια του είδους θα έχει νιώσει εκείνο το περιβόητο δίπλωμα-χτύπημα που κάνει το λαβράκι προσπαθώντας να οδηγήσει το παράμαλλο κάτω από το βραγχιακό του κάλυμμα ή απλά να εκμεταλλευτεί το βάρος του.
Το σπάσιμο-κόψιμο του fluorocarbon πάντα καραδοκεί, ακόμη χειρότερα αν βρισκόμαστε σε τόπους με έντονα ρεύματα που τα ψάρια ξέρουν να τους χρησιμοποιήσουν υπέρ τους.
Οπότε μια συνετή επιλογή διαμέτρων και εργαλείων υπενθυμίζει το ρητό «Προσέχουμε για να έχουμε».
Στην επιφάνεια το Χειμώνα
Είναι μύθος ότι τα λαβράκια δεν επιτίθενται σε τεχνητά επιφανείας τους χειμερινούς μήνες. Αν και οι σιλικόνες (αυτές, έτσι κι αλλιώς, πάντα είναι κορυφαία επιλογή) με τα minnows φαίνεται να είναι πιο αποδοτικά το χειμώνα, δεν σημαίνει ότι ένα μεγάλο ψάρι θα αγνοήσει μια λαχταριστή μπουκίτσα που κινείται πάνω από το κεφάλι του.
Θα πρέπει όμως να έχουμε υπόψη ότι η ενέργεια που καταναλώνουν για να κάνουν την επίθεσή τους σε κρύα νερά είναι η ελάχιστη δυνατή.
Άρα πάμε σε πιο αργές ταχύτητες και προσπαθούμε να περάσουμε τα τεχνητά μας από σημεία που πιθανό να στήνουν ενέδρα.
Μεγάλα μονόλιθα, συστάδες ποσειδωνίας, δίπλα από σκάφη και σημαδούρες κλπ. Εφόσον, ψαρεύοντας, δεχτούμε μια άστοχη επίθεση σε ψαράκι wtd στην επιφάνεια και το λαβράκι δεν πιαστεί, είναι σπάνιο να έχουμε δεύτερη ευκαιρία με την ίδια τακτική.
Σε αυτή την περίπτωση η συνηθέστερη προσέγγιση είναι να προσπαθήσουμε να ρίξουμε αμέσως στο ίδιο σημείο ένα τεχνητό άλλου τύπου, βυθιζόμενο κατά προτίμηση.

Ο Γιάννης κι ο λύκος
Μετά από κάποιες ώρες άκαρπου ψαρέματος καθόμουν στο κάθισμα του αυτοκινήτου μου ατενίζοντας την θάλασσα και τρώγοντας μια πεντανόστιμη μπακέτα.
Η ενέργεια της τροφής, μας είναι απαραίτητη αν θέλουμε συνεχίσουμε με διαύγεια μια ψαροεκδρομή διαρκείας.
Η τηλεφωνική κλίση που δέχτηκα ήταν αρκετά ενδιαφέρουσα αφού ο Γιάννης, αν και κουρασμένος, είχε διάθεση να ψάξουμε σε ένα κοντινό μέρος για μεγάλα λαβράκια.
«Γιατί όχι;», αναρωτήθηκα, ξεκινώντας για το σημείο συνάντησης.
Σε λίγο θα νύχτωνε. Τα συννεφάκια έπαιζαν με τον αδύναμο ήλιο, ενώ η αλλαγή τόπου, συνοδευόμενη με την προσμονή ενός αξιόλογου θηράματος, έκανε την διαδρομή να φαίνεται πολύ ενδιαφέρουσα.
«Αν είχαν φωνή τα αυτοκίνητα, να μας πουν πως νιώθουν σίγουρα δεν θα μας μιλούσαν όμορφα για την διαδρομή που κάναμε.»
Κάπως έτσι ήταν οι πρώτες κουβέντες του Γιάννη όταν φτάσαμε μέσα από τον δύσβατο δρόμο στο σημείο συνάντησης.
Κατεβαίνοντας σιωπηλά το μονοπάτι συναντήσαμε πρόβατα και κατσίκες. Τόσα που σκέφτηκα ότι καθόλου δεν θα επιθυμούσα συνάντηση με ένα τσοπανόσκυλο.
«Μην ανησυχείς φιλαράκι, όλα είναι υπό έλεγχο,» μου είπε ο συνοδοιπόρος, λες και διάβασε την σκέψη μου.
Ξέσπασα σε γέλια απαντώντας με λόγια που δεν γράφονται αλλά σίγουρα το σκηνικό μου ήταν πολύ γραφικό.

Λίγο πριν φτάσουμε στην βραχώδη ακτή παρατήρησα ίχνη από κάποιο μεγάλο ζώο στο μονοπάτι, που σίγουρα δεν ήταν οπλές αγριογούρουνου.
«Ρε συ, αυτές δεν μοιάζουν με πατημασιές λύκου;»
Τον ρώτησα και εκτός από γέλιο πήρα την επιβεβαίωση ότι τις προηγούμενες μέρες οι τσοπαναραίοι της περιοχής έψαχναν να βρουν ένα ανάλογο ζώο που τους είχε κάνει ζημιές!
«Το σκηνικό γίνεται όλο και καλύτερο,» είπα φωναχτά, γελώντας με όλη μου την ψυχή.
Τα σπασμένα βράχια της ακτής μου έβαλαν δύσκολα στα πόδια μου αφού φορούσα αθλητικά παπούτσια και όχι τα μποτάκια που είχα στο αυτοκίνητο. Παρόλα αυτά περπατήσαμε ήσυχα προς τα δεξιά, κρατώντας αποστάσεις και κάνοντας διαρκείς βολές με τεχνητά επιφανείας.
Ένα αρκετά μεγάλο ψάρι σηκώθηκε ψηλά στο νερό και ακολούθησε το ψαράκι του Γιάννη, όμως δεν χτύπησε. Κάναμε μια παύση για να ησυχάσει λίγο ο τόπος, αλλά εκείνη τη στιγμή ένα ουρλιαχτό άγριου ζώου ακούστηκε καθαρά.
Για λύκους στη θάλασσα ψάχναμε αλλά φαίνεται ότι άλλοι ήταν εξίσου κοντά. Κάπου σε μια ώρα θα έπεφτε σκοτάδι.
Αποφάσισα να κινηθώ αντίθετα από την πορεία του φίλου και να ξαναπεράσω το πρώτο μέρος που ψαρέψαμε αλλάζοντας τεχνητό. Διάλεξα εσκεμμένα ένα αθόρυβο (silent).
Τα ψάρια υπήρχαν στην περιοχή αλλά ήταν επιφυλακτικά. Γύρω στα 50 μέτρα πιο πίσω έριξα, προσμένοντας, στην γκρίζα θάλασσα. Ένα ελαφρύ γρέζι σχηματιζόταν ζαρώνοντας το νερό.
Όπως όμως ήταν γαλήνια η μια στιγμή, η επόμενη συνοδεύτηκε από ένα πίδακα νερού που πετάχτηκε αιφνιδιαστικά καθώς ένα τετράπαχο λαβράκι επιτέθηκε κάθετα στο σαρδελί ψαράκι μου. Ακαριαία κάρφωσα αφού ένιωσα το νήμα να τεντώνει.
Ένα σύντομο κεφάλι του ψαριού δεξιά έσβησε γρήγορα από την παραβολή του καλαμιού. Ο Γιάννης κινήθηκε προς το μέρος μου για να βοηθήσει, πράγμα που ελάχιστα χρειάστηκε στο τέλος αφού το ψάρι προσπάθησε να βραχώσει ένα μέτρο πριν την ακτή.
Μια απλή μετακίνηση του παράμαλλου και ήρθε να μας κάνει παρέα. Ένα εντυπωσιακό άγριο γκριζοπράσινο λαβράκι, το μεγαλύτερο που είχα πιάσει ως εκείνη την στιγμή.
«Φίλε αυτό είναι πολύ σοβαρό ψάρι,» είπε ο Γιάννης, το ένστικτο του οποίου είχε επαληθευτεί για μια ακόμη φορά, όσον αφορά την επιλογή του τόπου.
Εκεί που χαμογελούσαμε και βγάζαμε φωτογραφίες το ουρλιαχτό του λύκου ακούστηκε πάλι.
«Λύκοι, παντού,» σκέφτηκα, χαμογελαστός και γεμάτος συγκίνηση.
Τις επόμενες ημέρες άλλο ένα ψάρι αντίστοιχου μεγέθους πιάστηκε από τον φίλο σε αυτή την περιοχή, επίσης με τεχνητό που δεν έκανε θόρυβο.
Μου έστειλε με χαρά και καμάρι τις φωτογραφίες από την επιτυχία του.
Ήταν αρχές Δεκεμβρίου, τα ψάρια έμπαιναν σιγά σιγά σε περίοδο αναπαραγωγής.
Οι λύκοι ήταν ακόμα εκεί!
ΚΩΣΤΑΣ ΝΤΕΜΟΣ

