Το πιο ολοκληρωμένο περιοδικό για το ψάρεμα και το σκάφος!

Η παραίτηση από την εκμετάλλευση πρωτογενών τομέων: Η περίπτωση της αλιείας

11 Ιουνίου, 2020

Η παραίτηση από την εκμετάλλευση πρωτογενών τομέων: Η περίπτωση της αλιείας

Το 1991, ξεκίνησε ένα πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης με στόχο τη μείωση της υπεραλίευσης στις θάλασσες και αντίστοιχα την προστασία των αλιευτικών αποθεμάτων. Εκείνη την περίοδο εκδόθηκε ευρωπαϊκή οδηγία η οποία αφορούσε την απόσυρση των καϊκιών και την παράλληλη κατάθεση της επαγγελματικής άδειας από τους κατόχους.

Έπειτα μάλιστα από μια τροποποίηση του 2014, ενσωματώθηκε στην ήδη προϋπάρχουσα οδηγία και η καταστροφή των καϊκιών που αποσύρονταν.

Στην Ελλάδα, προκειμένου ένας επαγγελματίας αλιέας να λάβει την επιδότηση αυτή, το ποσό της οποίας μόνο ευκαταφρόνητο δεν είναι (κυμαίνεται έως και τις 300 χιλιάδες ευρώ), είναι αναγκασμένος να “κόψει” το καΐκι του, με τρόπο που να μην επιδέχεται επιδιόρθωσης. Σύμφωνα με στοιχεία μάλιστα, του Ελληνικού Συνδέσμου Παραδοσιακών Σκαφών, από το 1991 έως και σήμερα, περί τις 13 χιλιάδες καΐκια-κομψοτεχνήματα έχουν οδηγηθεί στον αφανισμό.

Αναπόδραστα, η καταστροφή των παραδοσιακών καϊκιών σε συνάρτηση με την κατάθεση των επαγγελματικών αδειών των αλιέων, οδηγεί σε μαρασμό 2 πυλώνες της ελληνικής παράδοσης, αλλά και της πρωτογενούς παραγωγής της χώρας, ειδικά εάν έχουμε στο νου μας και τις προοπτικές του κλάδου αυτού, αλλά και τις επιπτώσεις στην οικονομία.

Σχετικά με το πρώτο ζήτημα, η διάλυση των καϊκιών συντελεί στη λήξη και εν τέλει τη λήθη των εξής δύο σημαντικότατων πυλώνων της ελληνικής παράδοσης: Αφενός του ίδιου του παραγωγικού μοντέλου του “Έλληνα ψαρά” και αφετέρου της αχρήστευσης ενός βασικού εθνικού στοιχείου, αυτού του κατασκευαστή και επιδιορθωτή των καϊκιών, ή όπως λέγονται στις ντοπιολαλιές, τα καρνάγια και οι ταρσανάδες.

Επιπρόσθετα, το δεύτερο μεγάλο ζήτημα που ανακύπτει, είναι πως όσο μειώνεται το δυναμικό στον κλάδο αυτό (μέσω της κατάθεσης των επαγγελματικών αδειών και της μη δυνατότητας για παροχή νέων), τόσο η χώρα μας αναγκάζεται να γίνεται μέρος της παγκόσμιας αγοράς, καταφέρνοντας το πρωτοφανές: Να εισάγει προϊόντα αλιείας από διπλανές χώρες, διότι η ίδια η χώρα δεν έχει επαρκές δυναμικό για την αλίευση τους εδώ!

Η διάλυση των δύο κλάδων που αναφέρονται προηγουμένως, έχει σοβαρότατο αντίκτυπο στις μικροοικονομίες των νησιών της Ελλάδας, αλλά φυσικά και δημιουργεί κενά στον προϋπολογισμό του ίδιου του κράτους. Μια χώρα που στηρίχθηκε παραδοσιακά στο ναυτικό της, που έζησε τα χρόνια της φτώχειας από τους ψαράδες της, και που δημιούργησε στόλους πλοίων, καϊκιών και άλλων ξύλινων (αλλά και πιο σύγχρονων) πλοίων, πλέον βλέπει τα καρνάγια της να μαραζώνουν. Και μάλιστα αυτό, να γίνεται προκειμένου να “ακολουθηθούν οι οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά γράμμα”.  Ποιος όμως ωφελείται στο τέλος από αυτή την υπερπροσήλωση στις ευρωπαϊκές οδηγίες;

Την ίδια στιγμή που στη χώρα μας συνέβησαν και συμβαίνουν τα παραπάνω, η Τουρκία, η Αίγυπτος αλλά και άλλα κράτη που γεωγραφικά απέχουν περισσότερο από τη χώρα μας, όντας μη μέλη της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, προφανώς δεν δεσμεύονται από τις παραπάνω οδηγίες.

Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την ανεξέλεγκτη λειτουργία των δικών τους αντίστοιχων κλάδων αλιείας, με κάθε λογής και κάθε είδους αλιευτικό πλοιάριο. Καΐκια, τράτες, μηχανότρατες, μεγάλα σκάφη μαζικής αλιείας βρίσκονται στο Αιγαίο, το Ιόνιο ή το Λιβυκό Πέλαγος και λειτουργούν κανονικά, ανταγωνιζόμενα τα πλοία ελληνικής σημαίας. Το παράδοξο είναι, πως ενώ τα ελληνικά αλιευτικά σκάφη είναι πλήρως εναρμονισμένα με τις ευρωπαϊκές και κρατικές οδηγίες ως προς την υπεραλίευση, και γενικότερα τους κανόνες αλιείας, τα σκάφη άλλων κρατών δεν ακολουθούν κανένα κανόνα!

Το αποτέλεσμα εκτός από υπεράνω λογικής, είναι και πραγματιστικό, καθώς εάν επί παραδείγματι τύχει ένας παρατηρητής στο ίδιο θαλάσσιο πεδίο να δει 2 σκάφη, το ένα  με ελληνική σημαία και το έτερο με αιγυπτιακή ή τουρκική, θα αντιληφθεί αμέσως πως όσα πλοία δεν έχουν ευρωπαϊκή σημαία, δύνανται να αλιεύσουν ανεξέλεγκτα, δίχως καμία αντίσταση ως προς τον τρόπο αλίευσης, τη μαζικότητα και την αναντίρρητη καταστροφή του βυθού.

Τα σκάφη με τουρκική ή αιγυπτιακή σημαία ψαρεύουν σε όλες τις διαθέσιμες περιοχές, όλες τις εποχές του χρόνου, όντας σκάφη μαζικής αλίευσης και άρα μεγαλύτερα σε όγκο από τα εναπομείναντα ελληνικά, δύνανται να καλύπτουν μεγαλύτερες αποστάσεις, να αλιεύουν μεγαλύτερες ποσότητες και εν κατακλείδι να έχουν μεγαλύτερα κέρδη, εξαιτίας της υψηλότερης ποσόστωσης που κατέχουν στο μερίδιο της αλιείας.

Τις προηγούμενες μάλιστα ημέρες, η Ελλάδα και η Ιταλία συμφώνησαν στον καθορισμό Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών στα μεταξύ τους θαλάσσια σύνορα. Η συμφωνία είναι ένα κατ’ αρχήν θετικό βήμα, και εντάσσεται στην κατηγορία συμφωνιών αμοιβαίου κέρδους. Το ερώτημα όμως που ανακύπτει, είναι “γιατί τώρα αυτή η συμφωνία;”

Η απάντηση είναι γνωστή. Εξαιτίας της πίεσης που δέχεται η Αθήνα από την Άγκυρα στην Ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο Πέλαγος, σε συνάρτηση με την υποχώρηση του μετώπου του αυτοανακηρυγμένου στρατάρχη Χαλίφα Χαφτάρ στη Λιβύη (και άρα της πιθανής ισχυροποίησης του τουρκολιβυκού συμφώνου για τη μεταξύ τους οριοθέτηση ΑΟΖ), η Ελλάδα αναγκάζεται εκ των πραγμάτων να δημιουργήσει πολιτικές θέσεις και εν τέλει συμφωνίες με γειτονικές χώρες, ισχυροποιώντας τη θέση της έναντι της Τουρκίας.

Ο τελικός σκοπός, είναι φυσικά η όσο το δυνατόν καλύτερη θέση της χώρας μας σε επίπεδο ελαφράς ισχύος κυρίως, όταν θα χρειαστεί να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με την Τουρκία για τον καθορισμό Ανεξάρτητων Αποκλειστικών Ζωνών, ή/και να επιλύσει τις υπόλοιπες διαφωνίες μεταξύ των δύο κρατών. Ένα ζήτημα όμως, το οποίο χρήζει αντιμετώπισης, είναι οι δηλώσεις των Ιταλών αξιωματούχων (το κείμενο της συμφωνίας δεν έχει δοθεί στη δημοσιότητα όσο γράφονται αυτές οι γραμμές), όπου ενημερώνουν ουσιαστικά τους Ιταλούς αλιείς, πως δύνανται πλέον να ψαρεύουν εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας (6 ναυτικά μίλια).

Όσο το παραπάνω δεν αμφισβητείται από την Ελληνική Κυβέρνηση, τόσο δημιουργεί, πάντοτε σε κοινή θέα με τα όσα περιγράφονται στις πρώτες παραγράφους του κειμένου, μια περικύκλωση του κλάδου της ελληνικής αλιείας, και κατά πως φαίνεται, την σμίκρυνση του σε τέτοιο βαθμό, ώστε να μην είναι πλέον βιώσιμος ο κλάδος ως πρώτη μορφή απασχόλησης.

Όταν στα ανατολικά και τα νότια της χώρας, οι Τούρκοι και οι Αιγύπτιοι αλιείς λειτουργούν ανεξέλεγκτα, στα δυτικά οι Ιταλοί θα ψαρεύουν σε απόσταση που θα φαίνεται με γυμνό μάτι από τα νησιά μας και παράλληλα η Ελλάδα καταστρέφει με ταχείς ρυθμούς τα δικά της μέσα αλιείας, είναι προφανές πως στα μάτια κάθε νοήμονος ανθρώπου συντελείται μια πρωτοφανής παραίτηση της χώρας από την εκμετάλλευση του πρωτογενούς τομέα της αλιείας. Ένα ζήτημα που δημιουργεί επιπλέον ερωτήματα, τα οποία παραμένουν έως τώρα αναπάντητα:

Ποιο είναι τελικά το όφελος της καταστροφής των καϊκιών;

Πως κερδίζει η χώρα μας από την καταστροφή των πραγματικών έργων τέχνης και της απίστευτα σημαντικής πολιτισμικής κληρονομιάς, στα όρια μάλιστα της εθνικής συνειδησιακής παράδοσης;

Γιατί αφήνεται να διαλυθεί ο κλάδος της επισκευής, επιδιόρθωσης και κατασκευής ξύλινων σκαφών;

Πως γίνεται να είναι αποδεκτό οι γείτονες μας να ψαρεύουν με μηχανότρατες, διαλύοντας πραγματικά το βυθό, και την ίδια στιγμή η Ευρωπαϊκή Ένωση και σε συνέχεια το ελληνικό κράτος να θεωρούν πως το περιβάλλον βλάπτουν τα ξύλινα καΐκια;

Που οδηγεί η υπερπροσήλωση στις ευρωπαϊκές οδηγίες; Σώθηκε ο βυθός τελικά;

Ποια πλοία και από ποιες χώρες ψαρεύουν στο Αιγαίο Πέλαγος;

Το σημαντικότερο ερώτημα όμως, είναι το εξής: Οι επαγγελματίες αλιείς οι οποίοι διέλυσαν τα καΐκια τους και κατέθεσαν τις επαγγελματικές τους άδειες, με τι ασχολούνται σήμερα; Ποιο ήταν το σχέδιο του κράτους για το μέλλον των ψαράδων και των οικογενειών τους; Πως επιτρέπει η Πολιτεία την διάλυση κλάδων οι οποίοι στήριξαν την εθνική οικονομία στα δύσκολα, σήμερα να μαραζώνουν; Και μάλιστα με την πρόφαση πως δήθεν καταστρέφεται το περιβάλλον;

Τελικά, μήπως ο σκοπός είναι να γίνουμε όλοι σερβιτόροι; Να μην μαθαίνει κανείς την τέχνη του πατέρα και του παππού, να μη σπουδάζει, να μην ταξιδεύει. Ας γίνουμε υπηρέτες άλλων, στον ίδιο μας τον τόπο, για να μην ενοχλούμε τους συμμάχους και τους φίλους μας. Ας εισάγουμε μέχρι και την αιγαιοπελαγίτικη τσιπούρα, από την Τουρκία, την Αίγυπτο ή όπου αλλού. Ας κάνουμε εικόνισμα την περίφημη ρήση του Ζοσέ Σαραμάγκου περί ιδιωτικοποιήσεων.

Αλλά, αν φθάσουμε εκεί, ας μην παραπονιόμαστε πως άλλοι είναι υπεύθυνοι για τα δικά μας δεινά.

Πηγή: https://www.efsyn.gr/node/247175 | Μηνάς Λυριστής: Διεθνολόγος, MSc Γεωπολιτικής και Περιφερειακός Σύμβουλος Νοτίου Αιγαίου.

 

Tags
Επαγγελματική Αλιεία
Comodo SSL