Το πιο ολοκληρωμένο περιοδικό για το ψάρεμα και το σκάφος!

Ναυτικό μουσείο στη Ρόδο είχε προτείνει ο μαστρο-Μιχάλης

2 Απριλίου, 2021

Ναυτικό μουσείο στη Ρόδο είχε προτείνει ο μαστρο-Μιχάλης

Στα χέρια του είναι γραμμένη η ιστορία της ξυλοναυπηγικής στην περιοχή μας τα τελευταία 70 χρόνια. Μ’ αυτά τα χέρια έκτισε δεκάδες καλοτάξιδα σκάφη που όργωναν και οργώνουν τις θάλασσές μας.

«Στα δεκάξι μου ήμουν κιόλας μαστοράκι», μου είχε δηλώσει ο μαστρο-Μιχάλης στην πρώτη συνέντευξη που μου είχε παραχωρήσει κάμποσα χρόνια πριν.
Ο μαστρο-Μιχάλης Συμιακός μέχρι το κόκκαλο, μιλά πάντα με πάθος για την τέχνη του. Στα 85 του σήμερα και πάντα ακμαίος, ο πιο παλιός καραβομαραγκός της Ρόδου, ζει με τα όνειρα η ιδέα για την ίδρσυη και λειτουργία Ναυτικού Μουσείου στην πόλη μας να γίνει πραγματικότητα. Γι’ αυτό κυρίως το θέμα μιλά σήμερα στον «Λωτό». Η ιδέα γεννήθηκε πριν από δύο χρόνια στη διάρκεια ενός συνεδρίου του Τεχνικού Επιμελητηρίου, στο οποίο είχα προσκληθεί για να μιλήσω. Το ΤΕΕ ανέλαβε να προωθήσει την πραγματοποίηση αυτής της ιδέας.

Έχετε σκεφθεί σε ποιον επίσημο φορέα πρέπει να υπαχθεί αυτό το ίδρυμα;
Στο υπουργείο Πολιτισμού. Αυτή είναι η δική μου πρόταση γιατί η ξηλοναυπηγική είναι πανάρχαια τέχνη. Είναι μεγάλο κομμάτι του ελληνικού πολιτισμού.

Υπάρχουν οι κατάλληλες εγκαταστάσεις στις οποίες θα στεγαστεί το Ναυτικό Μουσείο;
Tα παλαιά Σφαγεία. Βρίσκονται δίπλα στη θάλασσα, η πρόσβαση σ’ αυτά είναι εύκολη. Με την ανακαίνισή τους και τη λειτουργία του μουσείου θα αναβαθμιστεί και όλη η γύρω περιοχή. Δεν έχει η Ρόδος ανάγκη από εστιατόρια και καφετέριες για να παραδώσουμε και τα παλιά Σφαγεία σε μία τέτοιαν εκμετάλλευση.

Πόσα και τι είδους εκθέματα πιστεύεις,  μαστρο-Μιχάλη,  ότι πρέπει να μπουν στο μουσείο;
Tα υπολογίζω σε 15 με 20 σκαριά. Σ’ αυτά περιλαμβάνω το «τρεχαντήρι» σε πέντε τύπους, τον «βαρκαλλά» σε τρεις τύπους κι έναν τύπο «καραβόσκαρου», όλα ιστιοφόρα. Έναν «αχταρμά» κι ένα «σφουγγαράδικο», μηχανοκίνητα και τα δύο, ένα «μπότη» κι ένα «τσιρνίκι», ιστιοφόρα, μια «πινελλόβαρκα», μία «πεζότραττα» κωπήλατη, μιά «βάρκα ψαράδικη», επίσης κωπήλατη, μιά «σκάφη συμιακιά» με ιστίο και μιά μαούνα. Εννοείται όλα με πλήρη εξοπλισμό, πανιά, ξάρτια κ.λπ. μαζί με όλα αυτά και τα εργαλεία του καραβομαραγκού, όσα από αυτά σώζονται ακόμη και βρίσκονται στα χέρια συλλεκτών. Όσα προανέφερα καλύπτουν μια περίοδο από τον Μεσαίωνα κι ύστερα.

Ο επισκέπτης θα έχει επαρκείς πληροφορίες για καθένα από τα εκθέματα;
Φυσικά, θα υπάρχουν πινακίδες με την περιγραφή, την ονοματολογία, την προέλευση κάθε τύπου κ.λπ.

Με ποια χρήματα θα στηθεί το μουσείο, το ’χεις σκεφτεί,  μαστρο-Μιχάλη;
Άμα υπάρχει η θέληση τα χρήματα βρίσκονται. Αρκεί να συνεργαστούν γι’ αυτό τον σκοπό το υπουργείο Πολιτισμού, η Νομαρχία, το ΤΕΕ, το ΕΒΕΔ και όσοι χορηγοί προθυμοποιηθούν να συμμετάσχουν στην προσπάθεια. Γιατί να θέλουν κάποιοι να ξαναστήσουν τον Κολοσσό κι όχι το Ναυτικό Μουσείο που, στο κάτω-κάτω, αντιπροσωπεύει καλύτερα τη ναυτική μας παράδοση;
Το Ναυτικό Μουσείο θα τραβήξει το ενδιαφέρον μικρών και μεγάλων, ντόπιων και ξένων, θα υπηρετήσει εκπαιδευτικούς σκοπούς και θα κάμει γνωστή την πανάρχαια ελληνική τέχνη της ξυλοναυπηγητικής.

Μια τέχνη, όμως,  που σβήνει, έτσι δεν είναι;
Α, τώρα πιάνεις ένα θέμα που με πονεί και μ’ εξοργίζει. Mπορώ να βλέπω τόσα τούρκικα ξυλόκτιστα σκάφη ν’ αρμενίζουν στο Αιγαίο κι εμείς να δίνουμε τα χρήματά μας σε ξένους κατασκευαστές για ν’ αγοράζουμε πλαστικά πλεούμενα. Απέναντι έχουν δημιουργηθεί πολλές θέσεις εργασίας σ’ αυτό τον τομέα, εισάγουν συνάλλαγμα κι εμείς αφήνομε την τέχνη μας να πεθάνει.

Ποιος ή ποιοι φταίνε γι’ αυτό;
Πρώτη απ’ όλους η επίσημη Πολιτεία. Δεν έχει δείξει το παραμικρό ενδιαφέρον, δεν έχει δώσει την παραμικρή στήριξη στη δουλειά μας. Πολλοί νέοι άνθρωποι θα αποκτούσαν επάγγελμα και θα έτρωγαν ψωμί απ’ αυτή τη δουλειά. Ποιος νοιάστηκε για να τους κινήσει το ενδιαφέρον και να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για ν’ ασχοληθούν μ’ αυτό; Κανένας.
Ύστερα είναι οι τοπικές αρχές. Είμαι ο μοναδικός σήμερα καραβομαραγκός και κανένας δεν ενδιαφέρθηκε να έλθει να δει και να μάθει με τι τέλος πάντων ασχολούμαι εγώ. Όχι μόνον αυτό, καμιά φορά με αντιμετωπίζουν και με εχθρικό τρόπο.

Παρ’ όλα αυτά η δουλειά σου έχει αναγνωριστεί από κάποιους άλλους, έτσι δεν είναι;
Ναι, από εκείνους που ξέρουν. Η δουλειά μου έχει γίνει αντικείμενο πανεπιστημιακής έρευνας. Έχουν ενδιαφερθεί γι’ αυτήν δικοί μας και ξένοι επιστήμονες, έχω προσκληθεί για διαλέξεις σε φοιτητές. Έχω λάβει επίσης πολλές τιμητικές διακρίσεις. Απ’ αυτά είμαι χορτάτος.

Μαστρομιχάλη, τώρα που συζητούμε έχω την περιέργεια ν’ ακούσω, τι κοιτάζεις πρώτο όταν παίρνεις ένα ξύλο στα χέρια σου;
Τα «νερά» του. Απ’ αυτά ξεκινώ. Για μένα τα «νερά» του ξύλου είναι από τις ωραιότερες δημιουργίες της Φύσης. Μαζί βέβαια και η μυρωδιά του.

Μετά τι γίνεται;
Συνεχίζω με τη μελέτη του ξύλου. Πρέπει να εκτιμήσω για ποιο μέρος του σκάφους είναι κατάλληλο. Κατόπιν πρέπει να σχεδιάσω ποιο σχήμα θα του δώσω, πώς θα το κόψω κ.λπ. Εμείς οι καραβομαραγκοί δεν είμαστε επιπλοποιοί, δεν φτιάχνομε τραπέζια και καρέκλες. Είναι μεγάλη η ευθύνη του καραβομαραγκού. Το σκάφος που θα παραδώσω εγώ έχει να παλέψει με τα κύματα. Και πρέπει να προσφέρει τη μέγιστη δυνατή ασφάλεια στους ανθρώπους που θα βρεθούν πάνω σ’ αυτό.

Εκτός,  όμως,  από το να φτιάχνεις πλοία είχες κι άλλες δραστηριότητες,  μαστρο-Μιχάλη,  ή κάνω λάθος;
Καθόλου. Υπήρξα πολυτεχνίτης. Όργωσα τους ωκεανούς ως ναυτικός κάμποσα χρόνια, υπήρξα πλοιοκτήτης και ναυτικός πράκτορας. Ήμουν ο πρώτος που άρχισε τις τουριστικές εκδρομές προς τη Σύμη με το «Ηλία» το 1964, έκανα και τη δουλειά του κινηματογραφιστή.  Τους θυμάσαι τους κινηματογράφους «Τιτάνια» ή όχι;

Πηγή: www.rodiaki.gr
Συνέντευξη του
Μιχάλη Χατζηνικολάου
στον Θανάση Καραναστάση που δημοσιεύτηκε πριν από 10 χρόνια στο περιοδικό «Λωτός»

Tags
Ναυτικό Μουσείο Ρόδου
Comodo SSL